O βραβευμένος με BAFTA σκηνοθέτης Τζο Ράιτ (“Pride & Prejudice – Περηφάνια & Προκατάληψη”, “Atonement – Εξιλέωση” και “Anna Karenina”) επιστρέφει δυναμικά στη μεγάλη οθόνη με την κινηματογραφική βιογραφία του Ουίνστον Τσόρτσιλ, σε σενάριο του υποψήφιου για Όσκαρ σεναριογράφου Άντονι ΜακΚάρτεν (“The Theory of Everything – Η Θεωρία των Πάντων”) και με έναν αγνώριστο Γκάρι Όλντμαν που θεωρείται φαβορί για τα Όσκαρ του 2018.

Η ταινία αφηγείται τις πρώτες εβδομάδες της πρωθυπουργίας του Τσόρτσιλ, όταν οι Ναζί είχαν αρχίσει να καταλαμβάνουν την Ευρώπη και ο ίδιος έπρεπε, έχοντας όχι μόνο την απειλή της εισβολής των δυνάμεων του Χίτλερ στο Ηνωμένο Βασίλειο, αλλά και 300.000 στρατιώτες εγκλωβισμένους στη Δουνκέρκη, να αποφασίσει αν θα συνθηκολογήσει μαζί τους στην πιο σκοτεινή στιγμή της δικής του αλλά και της ιστορίας της χώρας του, ή αν θα τους αντιμετωπίσει στο πεδίο της μάχης. Παρά τον εσωτερικό πόλεμο που δέχεται από το κόμμα του και τον σκεπτικισμό του Βασιλιά, ο Τσόρτσιλ, με την αρωγή της επί 31 χρόνια συζύγου του, αποφασίζει να πολεμήσει για τα ιδανικά, την ελευθερία και την ανεξαρτησία της πατρίδας του και οι λόγοι που συνέταξε με σκοπό να ανυψώσει το ηθικό των Βρετανών, έξοχο δείγμα της ρητορικής του δεινότητας, έχουν μείνει στην Ιστορία.

Oι αληθινές ιστορίες στον κινηματογράφο, τα τελευταία χρόνια αποτελούν συχνό φαινόμενο και αγαπώνται ιδιαίτερα από το κοινό, ωστόσο υπάρχουν μερικές που σίγουρα ξεχωρίζουν για το θέμα τους με το “Darkest Hour” να είναι αναμφίβολα μία από αυτές. Υπάρχουν πολλά που μπορεί να συζητήσει κανείς για την ταινία και η ανάλυση για το θέμα της είναι τεράστια. Αναμφισβήτητα η παρουσία του Gary Oldman είναι καθηλωτική και η ερμηνεία του μία από τις καλύτερες της καριέρας του. Ο ηθοποιός δίνει μια εξαιρετική ερμηνεία, φαίνεται ότι έχει μελετήσει εκτενώς την προσωπικότητα, τις συνήθειες και τον τρόπο ζωής και έκφρασης του Τσόρτσιλ. Η αγωνία είναι διάχυτη σε όλη την ταινία και όσο πλησιάζει το φινάλε κάθε σκηνή έχει τη δική της σημασία. Στην αρχή είναι λίγο μονότονη αλλά από τη μέση και μετά αναλύονται όλα τα βασικά σημεία με τους θεατές να νιώθουν όλα τα συναισθήματα που η ταινία θέλει να προσφέρει.

Πρόκειται όντως, για την πιο δύσκολη απόφαση του Βρετανικού κράτους καθώς ο 25 ημερών πρωθυπουργός Ουίνστον Τσόρτσιλ δεχόταν πυρά για να συνθηκολογήσει με το “μοχθηρό τέρας”, όπως αποκαλούσε χαρακτηριστικά τον Χίτλερ, σε όλα τα επίπεδα. Οι εχθροί του στο πολεμικό συμβούλιο, το κοινοβούλιο, ακόμα και η αμφισβήτηση του Βασιλιά τον πίεζαν να παραδοθεί στο όνομα της ειρήνης. Όταν μιλά με τους στρατηγούς του στο Καλαί φαίνεται από τις εκφράσεις του το πόσο δύσκολο του είναι να τους πιέσει να συνεχίσουν τη (χαμένη) μάχη οδηγώντας σε θάνατο τους στρατιώτες του με σκοπό να κερδίσει χρόνο για να απομακρύνει 340.000 στρατιώτες εγκλωβισμένους στη Δουνκέρκη στην περιβόητη και επώδυνη επιχείρηση Δυναμό υπό την αρχηγεία του υποναυάρχου Ράμσεϊ. Ενώ προς το τέλος της ταινίας φαίνεται να υποχωρεί στις πιέσεις και να σκέφτεται σοβαρά την περίπτωση συνθηκολόγησης με τους Γερμανούς (και άρα υποδούλωσης), προβαίνει σε μια κίνηση την τελευταία στιγμή, που για ‘μένα είναι από τις καλύτερες και πιο συγκινητικές και δυνατές σκηνές της ταινίας. Μπαίνει στο μετρό (για πρώτη φορά) και ρωτά τους απλούς πολίτες τι θα έκαναν σε μια υποθετική τέτοια περίπτωση και παίρνει ως ομόφωνη απάντηση το μεγάλο “ΟΧΙ” στη συμφωνία με τον Χίτλερ και στη δυνατή θέληση ακόμα και μικρών παιδιών να πολεμήσουν μέχρι τελευταίας ρανίδας της ψυχής τους τον ναζισμό. Η “άλλη πλευρά” της “Δουνκέρκης” του Κρίστοφερ Νόλαν, που είδαμε λίγους μήνες νωρίτερα, που εξυψώνει αξίες όπως η δημοκρατία, η ελευθερία, η πίστη στον εαυτό μας, το θάρρος και η αέναη ανάγκη στη ζωή να παίρνουμε καθοριστικές αποφάσεις με γνώμονα όχι το προσωπικό μας συμφέρον αλλά το κοινό καλό. Ο Winston Churchill μπορεί να καταψηφίστηκε αργότερα στις εκλογές, όμως τα λόγια του, που πολύ εύστοχα αναφέρονται και στο τέλος της ταινίας, αξίζει να γίνουν οδηγός στη ζωή μας. “Η επιτυχία δεν είναι οριστική, η αποτυχία δεν είναι μοιραία. Αυτό που μετράει είναι το κουράγιο να συνεχίζεις τον αγώνα”.

Για να μην επικεντρωθώ όμως, μόνο στον Gary Oldman, οι ερμηνείες όλου του cast είναι εξαιρετικές, τα σκηνικά και τα κοστούμια είναι άψογα και σε βάζουν αμέσως στο κλίμα της εποχής ενώ και η μουσική του Dario Marianelli παίζει τον δικό της συνοδευτικό ρόλο.

Εν κατακλείδι, έχουμε να κάνουμε με μια στιβαρή, ενδιαφέρουσα και αγωνιώδη ταινία, που φυσικά αποτελεί σκεπτόμενο σινεμά και οι θεατές της θα καθηλωθούν από όλα όσα εκτυλίσσονται, αλλά παράλληλα θα φύγουν σε γενικές γραμμές ικανοποιημένοι από το σύνολό της και θαυμάζοντας έναν σπουδαίο ηθοποιό, τον Gary Oldman, που αναμφίβολα είναι ό, τι καλύτερο έχει να επιδείξει το “Darkest Hour”, που ξεδιπλώνει όλη την ερμηνευτική του μαεστρία σε μια από τις κορυφαίες ερμηνείες της καριέρας του.

ΒΑΘΜΟΛΟΓΙΑ: 3,5/5

4106_D013_00073_CROP
(center) Gary Oldman stars as Winston Churchill in director Joe Wright’s DARKEST HOUR, a Focus
Features release.
Credit: Jack English / Focus Features

Ανάλυση ταινίας

«Οι λέξεις όχι μόνο μπορούν, αλλά όντως αλλάζουν τον κόσμο. Αυτό συνέβη στην περίπτωση του Ουίνστον Τσόρτσιλ το 1940», σχολιάζει ο σεναριογράφος Άντονι ΜακΚάρτεν, που από καιρό είχε δείξει το ενδιαφέρον του για τη θρυλική ζωή του Τσόρτσιλ. «Ενώ βρισκόταν υπό τρομερή πολιτική και προσωπική πίεση απέδειξε περίτρανα το μέγεθος του ανδρός μέσα σε λίγες μόνο μέρες, από τις 10 Μάϊου έως τις 4 Ιουνίου», συμπληρώνει ο ΜακΚάρτεν. Τη ραχοκοκαλιά, μάλιστα, του σεναρίου του απετέλεσαν τρεις λόγοι που συνέταξε ο ίδιος και απηύθυνε ο 65χρονος τότε Τσόρτσιλ, που ανέλαβε την πρωθυπουργία της χώρας στην πιο σκοτεινή της ώρα.

Οι παραγωγοί θεωρούν πως η ταινία είναι πιο επίκαιρη από ποτέ καθώς, σήμερα, παγκοσμίως, υπάρχει κενό σε επίπεδο ηγεσίας, με τους ηγέτες να είναι ουραγοί. Σχολιάζει ο σκηνοθέτης Τζο Ράιτ: «Η ταινία αφορά όλον τον κόσμο κι όχι μόνο το βρετανικό κοινό. Υπάρχουν πολλές ταινίες για ηγέτες. Η δική μας αφορά στην αμφιβολία, σε μια κρίση αυτοπεποίθησης και καταγράφει την πορεία ενός θρυλικού ιστορικού προσώπου, που παρά τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει σε εσωτερικό και εξωτερικό, τολμά και καταφέρνει να κάνει τη διαφορά».

Και για τον ρόλο του Τσόρτσιλ ποιός θα ήταν ιδανικότερος από τον Γκάρι Όλντμαν που έχει υποδυθεί, μεταξύ άλλων τον Μπετόβεν και τον Λι Χάρβεϊ Όσβαλντ; Επισημαίνει ο ηθοποιός: «Πάντα με σαγήνευε η προσωπικότητα του Τσόρτσιλ και τον θεωρώ και τον καλύτερο πολιτικό μας. Εντούτοις, δεν ήταν μια προσωπικότητα που κυνηγούσα να υποδυθώ. Μάλιστα, η προοπτική να τον υποδυθώ είχε εμφανιστεί πριν από χρόνια και την είχα απορρίψει. Μαθαίνοντας, όμως, τους συντελεστές της συγκεκριμένης παραγωγής, αμέσως δέχτηκα. Ήθελα να πω αυτές τις λέξεις. Οι λόγοι του Τσόρτσιλ, που έγραφε ο ίδιος -μην ξεχνάμε πως ξεκίνησε ως δημοσιογράφος- είναι από τους καλύτερους στην αγγλική γλώσσα. Είναι καταπληκτικοί γιατί δεν είναι φορτωμένοι με μεταφορές ή μελοδραματισμούς. Τους συνέταξε υπό τρομερή πίεση και αμφισβήτηση, αλλά επειδή ήξερε το κοινό του, αυτά που έλεγε έφταναν κατευθείαν στην καρδιά του έθνους». Και συνεχίζει: «Τα πάντα ξεκινούν με τη φωνή. Έπρεπε να πειστώ πως μπορώ να ακούγομαι σαν να είμαι ο Τσόρτσιλ. Έτσι πήρα έναν από τους λόγους του κι ένα μαγνητόφωνο και ξεκίνησα να πειραματίζομαι. […] Έτσι ανακάλυψα πως ο Τσόρτσιλ είχε ένα ελαφρύ ψεύδισμα και πως στιγμές ήταν πολύ ένρινος και μονότονος. Έπρεπε να μάθω πως να διαχειρίζομαι αυτές τις ιδιαιτερότητες στην εκφορά του λόγου του. […] Μετά άρχισα να μελετώ ώστε να γνωρίσω, ψυχολογικά και διανοητικά, τον άνθρωπο που τα έβαλε με τον Χίτλερ και να αρχίσω να τον «χτίζω» κομμάτι, κομμάτι. Ο Δρ. Λάρι Π. Αρν, ιστορικός και βιογράφος με καθοδήγησε κι έτσι ανακάλυψα έναν άνθρωπο γεμάτο ενέργεια, με πάνω από 50 χρόνια στην πολιτική. Κι όχι μόνο… Είχε συγγράψει 50 βιβλία, κερδίζοντας μάλιστα και το Νόμπελ Λογοτεχνίας. Διακρίθηκε σε τέσσερις πολέμους. Ζωγράφισε 500 πίνακες και είχε εκθέσει 16 φορές έργα του στη Βασιλική Ακαδημία. Και κάτι που δεν έχει αναδειχθεί επαρκώς ιστορικά… Ο Τσόρτσιλ ήταν ο «αρχιτέκτονας» της επιχείρησης διάσωσης των στρατιωτών από τη Δουνκέρκη, όπου καθημερινοί άνθρωποι επιστράτευσαν τις βάρκες τους και πήγαν να σώσουν τους Βρετανούς (αλλά και Γάλλους) στρατιώτες. Αν δεν ήταν αυτός, πώς θα ήταν άραγε σήμερα ο κόσμος; Δεν υπάρχει κανείς σαν κι εκείνον. Ακόμα δεν έχει βρεθεί κάποιος σαν κι εκείνον».

Όσον αφορά, όμως, το σωματικό κομμάτι… Έπρεπε άμεσα όχι μόνο να μοιάζει αλλά και να νιώθει σε όλο του το κορμί ότι είναι ο Τσόρτσιλ… Ο μόνος που θα μπορούσε να το πετύχει αυτό ήταν ο δύο φορές υποψήφιος για Όσκαρ καλλιτέχνης των ειδικών εφέ Καζουχίρο Τσούτζι, που αν και είχε αποσυρθεί από τον κινηματογραφικό χώρο από το 2012, δέχτηκε να αναλάβει το δύσκολο αυτό εγχείρημα μετά από προσωπική έκκληση του Όλντμαν. Χρειάστηκαν έξι μήνες πειραματισμών για να βρεθεί ο τρόπος που, ο Γκάρι θα μεταμορφωνόταν οπτικά και ουσιαστικά σε Ουίνστον. Κάτι τέτοιο απαιτούσε 3,5 ώρες πριν από κάθε γύρισμα κι άλλες 2 ώρες για την «αποδόμηση» των προσθετικών, με τον Όλντμαν να έχει προνοήσει και να έχει ξυρίσει, με δική του πρωτοβουλία, το κεφάλι του πριν τα γυρίσματα που διήρκησαν 54 μέρες.

Κι αν κάποιος μας ρωτούσε τι χαρακτήριζε τον Τσόρτσιλ, οι απαντήσεις θα ήταν: Το καπέλο του (δημιουργία του οίκου Lock & Co. Hatters), το πούρο του (Cohiba Siglos και να σημειώσουμε πως το budget της ταινίας για τα είδη καπνιστού ήταν 18.000 δολάρια), τα κοστούμια του (Henry Poole & Co. Tailors of Savile Row) και το ρολόι τσέπης (Montres Breguet).

4106_D021_00105_R_CROPKristin Scott Thomas and Gary Oldman star as Clementine and Winston Churchill in director JoeWright’s DARKEST HOUR, a Focus Features release.Credit: Jack English / Focus Features

Οι γυναίκες πίσω από τον άνδρα δεν ήταν άλλες από τη γυναίκα και τη γραμματέα του. Η σύζυγός του Κλέμι (η υποψήφια για Όσκαρ Κρίστιν Σκοτ Τόμας) ήταν η σύντροφός του στη ζωή και την πολιτική. Ήταν πιο φιλελεύθερη από εκείνον και είχαν συχνά διαφωνίες. Κάποιες φορές την άκουγε κι άλλες όχι, αλλά πάντα έπαιζε σημαντικό ρόλο στις τελικές του αποφάσεις. Η Ελίζαμπεθ (Λίλι Τζέιμς) ήταν η προσωπική του γραμματέας και ο σεναριογράφος βασίστηκε σε απομνημονεύματα που εξέδωσε η ίδια και αφορούσαν στα χρόνια που ήταν δίπλα στον Τσόρτσιλ. Στην ταινία η Ελίζαμπεθ εκφράζει το έθνος, ενώ η σχέση της με τον Τσόρτσιλ αντικατοπτρίζει τη σχέση του με το λαό. Στην αρχή δεν είχε καμία επαφή με τον απλό λαό, με τον Τσόρτσιλ να είναι αποκομμένος από την κοινωνία, και σταδιακά, αρχίζει να έρχεται σε επαφή με καθημερινούς ανθρώπους και να ακούει τις αγωνίες και τα προβλήματά τους, πράγμα που τον έκανε να συνειδητοποιήσει το μέγεθος των επιπτώσεων που θα είχαν οι όποιες αποφάσεις του.

Πολλές σκηνές λαμβάνουν χώρα στις Αίθουσες του Πολεμικού Συμβουλίου και στη Βουλή των Κοινοτήτων και πολύμηνες μελέτες οδήγησαν σε τεράστιες κατασκευές απόλυτα πιστές στα πρωτότυπα, ενώ δόθηκε ειδική άδεια στο συνεργεία για γυρίσματα στο Παλάτι του Ουεστμίνστερ. Τέλος, η ταινία φωτίζει κάποιες από τις ιδιαίτερες και αδιαπραγμάτευτες συνήθειες του Τσόρτσιλ όπως ο μεσημεριανός ύπνος, το ποτό (λευκό κρασί ή ουίσκι) που συνόδευε σχεδόν πάντα τα μεσημεριανά γεύματά του ενώ μπορούσε να πραγματοποιεί συναντήσεις από το κρεβάτι ή το μπάνιο του.

Τραγική ειρωνεία της ταινίας είναι ότι ο John Hurt ήταν στην πραγματικότητα άρρωστος με καρκίνο όταν ήταν να υποδυθεί τον Neville Chamberlain, τον εκτοπισμένο πρωθυπουργό της Βρετανίας που πέθανε από καρκίνο το 1940. Επιπλέον, σε μια συνέντευξή του ο Gary Oldman δήλωσε ότι ο Hurt δυστυχώς ήταν τόσο άρρωστος που δεν κατάφερε να διαβάσει καν όλο το σενάριο και να παίξει έστω και μία σκηνή. Η ταινία αφιερώνεται ωστόσο, στον Hurt καθώς αν κατάφερνε να παίξει, θα ήταν και η τελευταία του κινηματογραφική ταινία.

Το “Darkest Hour” κυκλοφορεί από τις 18 Ιανουαρίου στους κινηματογράφους.

Δείτε το trailer:

Καλή διασκέδαση!

xxx.

Xenia

 

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *

Comment *