Μια αληθινή ιστορία με πρωταγωνιστές τους πραγματικούς ήρωες, απλά και καθημερινά παιδιά με όνειρα και φιλοδοξίες που χωρίς δεύτερη σκέψη και με μοναδικό όπλο τον νεανικό αυθορμητισμό και το πάθος τους, μπροστά στον φόβο θα ξεπεράσουν τον εαυτό τους σώζοντας πάνω από 500 ζωές σε ένα τρένο που απειλείται από τρομοκράτες.

«Δεν ήταν συνειδητή επιλογή να αφηγούμαι ηρωικές ιστορίες ή να κάνω ταινίες για αφανείς ήρωες», λέει ο βραβευμένος με Oscar βετεράνος σκηνοθέτης και παραγωγός Clint Eastwood, που στις προηγούμενες δύο επιτυχημένες ταινίες του, «American Sniper» και «Sully», επικεντρώθηκε στον αγώνα εξαιρετικών ανδρών. «Απλώς ασχολούμαι με τις ιστορίες που εμφανίζονται και με ενδιαφέρουν. Μερικές είναι εξαιρετικές και έχουν ωφελήσει την κοινωνία, οπότε είναι καλό να διηγείται κανείς τέτοιες ιστορίες».

Αυτήν τη φορά ενορχηστρώνει μια ακόμη αληθινή ιστορία και ανεβάζει τον πήχη πιο ψηλά, επιλέγοντας να σκηνοθετήσει τους πραγματικούς ήρωες ενός συγκλονιστικού περιστατικού που αναμεταδόθηκε σε ολόκληρο τον κόσμο. Το σενάριο της Ντόροθι Μπλίσκαλ διασκευάζει για τη μεγάλη οθόνη το βιβλίο «The 15:17 to Paris: The True Story of a Terrorist, a Train, and Three American Heroes» των Άντονι Σάντλερ, Άλεκ Σκαρλάτος, Σπένσερ Στόουν και Τζέφρι Ι. Στερν, που ξετυλίγει τα γεγονότα, όπως προηγήθηκαν και διαδραματίστηκαν κατά τη διάρκεια της τρομοκρατικής επίθεσης στο τρένο Thalys #9364 στις 21 Αυγούστου του 2015 με προορισμό το Παρίσι. Εκείνη την ημέρα όλος ο κόσμος παρακολουθούσε καθηλωμένος την είδηση ότι μια τρομοκρατική επίθεση είχε αποτραπεί χάρη στην άμεση παρέμβαση τριών θαρραλέων νεαρών Αμερικανών που ταξίδευαν στην Ευρώπη. Όλη η πορεία της κοινής τους ζωής, από την παιδική ηλικία μέχρι την ενηλικίωση, και πολλά απίθανα περιστατικά τούς οδήγησαν σ’ αυτήν τη στιγμή ηρωισμού. Μέσα από αυτήν την τρομακτική δοκιμασία, η φιλία τους αποδείχτηκε το μεγαλύτερο όπλο, που τους επέτρεψε να σώσουν τις ζωές παραπάνω από 500 ανθρώπων.

Ο Eastwood, όπως κάνει πάντα στις ταινίες του, κρατά αμείωτο το ενδιαφέρον του κοινού με το να ξεκινά με το παρόν και να πηγαίνει μπρος πίσω την αφήγηση της ιστορίας του με αποτέλεσμα να αφηγείται το παρελθόν πετώντας κατά διαστήματα κάποιες σκηνές του παρόντος ιντριγκάροντας τον θεατή. Τελικά φτάνει στο σημείο όπου παρόν και παρελθόν ενώνονται για να ολοκληρώσει την ταινία. Η σκηνοθετική του προσέγγιση είναι ιδιαίτερα εντυπωσιακή εστιάζοντας τον φακό στα σωστά σημεία ενώ οι πόλεις της Ευρώπης από μόνες τους βοηθούν στη δημιουργία εντυπωσιακών πλάνων γεμάτων χρώμα και ένταση. Εις ότι αφορά στην πλοκή της ιστορίας θα έλεγα ότι είναι αρκετά “λίγη” σε σχέση με τις προηγούμενες ταινίες του Eastwood, καθώς στο μεγαλύτερο μέρος της ταινίας παρακολουθούμε το πως μεγαλώνουν τρία παιδιά που μένουν μόνο με τις μητέρες τους, δέχονται bullying στο σχολείο, είναι ατίθασα και δημιουργούν συνεχώς προβλήματα. Στην πορεία χάνονται, πηγαίνουν στο κολέγιο ή στον στρατό, θέτουν νέους στόχους και όνειρα και κάνουν τα πάντα για να τα επιτύχουν ακόμα και αν δεν τους βοηθούν οι συγκυρίες και τελικά συναντιούνται ξανά για να κάνουν τον γύρο της Ευρώπης, διασκεδάζοντας σαν τουρίστες, βγάζοντας selfies για το instagram, γνωρίζοντας κόσμο και φωτογραφίζοντας τα αξιοθέατα. Στο σημείο που αρχίζεις να βαριέσαι ξεκινά η δράση με τον τρομοκράτη που βγαίνει από την τουαλέτα του τρένου ζωσμένος με ένα όπλο και 300 σφαίρες. Ωστόσο, οι σκηνές δράσης είναι ελάχιστες συγκριτικά με τη συνολική διάρκεια της ταινίας. Παραταύτα, σε γενικές γραμμές θα λέγαμε ότι είναι μια καλή ταινία που σίγουρα θα σας ταξιδέψει και παράλληλα θα σας προβληματίσει.

Οι ερμηνείες

Όπως ανέφερα, στην ταινία πρωταγωνιστούν οι αληθινοί ήρωες των γεγονότων, ο σπουδαστής κολεγίου, Άντονι Σάντλερ, ο Άλεκ Σκαρλάτος της Εθνοφρουράς του Όρεγκον και ο αεροπόρος της πολεμικής αεροπορίας, Σπένσερ Στόουν, που υποδύονται τους εαυτούς τους, μια τολμηρή απόφαση του σκηνοθέτη μετά το casting μεγάλων ονομάτων του Hollywood που προηγήθηκε. Παρ’ όλα αυτά, η επιλογή του δικαιώθηκε καθώς οι τρεις νεαροί ενσαρκώνουν εξαιρετικά τους εαυτούς τους στην ταινία, ξαναζώντας τα γεγονότα και τις εμπειρίες τους, κάτι ιδιαιτέρως δύσκολο στον κινηματογράφο. Ο αυθορμητισμός και ο αυτοσχεδιασμός τους προσδίδουν σίγουρα την πρέπουσα αυθεντικότητα και ζωντάνια στην ταινία ενώ το γεγονός ότι δεν είναι διάσημα πρόσωπα μεταδίδει μια φυσικότητα και μια οικειότητα στον θεατή που σίγουρα θα λατρέψει. Είναι επίσης, προφανές ότι ο Eastwood με τη νηφαλιότητα που τον διακατέχει άφησε απλά την κάμερα να γράφει ενώ οι τρεις φίλοι συζητούσαν ή γελούσαν μεταξύ τους. Τα πλάνα αυτά είναι αναντικατάστατα στην ταινία. Τέλος, εμφανίζονται και οι Τζούντι Γκριρ («Ο πλανήτης των πιθήκων: Η σύγκρουση») και Τζένα Φίσερ («The Office»), στους ρόλους των μαμάδων των Σπένσερ και Άλεκ, που μεγαλώνουν μόνες τους τα παιδιά τους με αξίες και σεβασμό, κουβαλώντας όλα τα προβλήματα που αυτό συνεπάγεται, ανησυχώντας και υπερασπίζοντας τα, παροτρύνοντάς τα να ακολουθήσουν τα όνειρά τους. Υπέροχες και οι δύο ερμηνείες και σε απόλυτη χημεία με τα παιδιά. Αν και ο ρόλος τους είναι πολύ μικρός, καταφέρνουν με τις εκφράσεις τους και τον τόνο της φωνής τους να μεταδώσουν στον θεατή τα συναισθήματα και τις σκέψεις αυτών των γυναικών. Το cast συμπληρώνουν οι Ρέι Κορασάνι («The Long Road Home»), Τόμας Λένον («Transformers 4: Εποχή αφανισμού») και ο Τόνι Χέιλ («Veep»).

Συνοψίζοντας, ενώ η ταινία αναφέρεται σε μια ηρωική στιγμή στην πρόσφατη ιστορία, ο Eastwood ένιωσε ότι κάνοντας την ταινία και διηγούμενος την ιστορία αυτών των ηρώων, είχε την ευκαιρία να εξερευνήσει κάτι ακόμα. «Ήταν μια αξιοθαύμαστη πράξη και συνέβη σε μια στιγμή που αναρωτιόμασταν πως μπορούμε να αντιδρούμε στις δυσκολίες», λέει χαρακτηριστικά. «Αυτό που έκαναν τα παιδιά ήταν να δείξουν ότι ο απλός άνθρωπος μπορεί όχι μόνο να έχει φοβερά ένστικτα, αλλά και να λειτουργεί με βάση αυτά. Σίγουρα ήταν έτοιμοι γιατί είχαν στρατιωτική και ιατρική εκπαίδευση, αλλά δεν ήταν στο πεδίο της μάχης και δεν ήταν προετοιμασμένοι για αυτό το περιστατικό. Είδαν απλώς κάτι να συμβαίνει και συνεργάστηκαν για να σώσουν οι τρεις τους πολλές ζωές. Αν μπορούν αυτοί, μπορούμε κι εμείς».

ΒΑΘΜΟΛΟΓΙΑ: 3,8/5

Περισσότερα για την ταινία

Ο ΗΡΩΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΔΙΠΛΑΝΗΣ ΠΟΡΤΑΣ

Στη νέα ταινία του Clint Eastwood, ο Σπένσερ Στόουν αναρωτιέται ‘μέρες πριν το συμβάν αν υπάρχει κάτι που μας σπρώχνει προς έναν σπουδαίο σκοπό. Εκείνη τη στιγμή, ο Στόουν δεν θα μπορούσε να γνωρίζει τι θα επακολουθούσε ή τι θα χρειαζόταν να κάνει με τους φίλους του, τον Άντονι Σάντλερ και τον Άλεκ Σκαρλάτος, για να σώσουν εκατοντάδες ζωές. Εκείνη τη μέρα ήταν τρεις ανέμελοι νέοι συνεπαρμένοι από την ομορφιά μιας ξένης χώρας. Ο Στόουν και ο Σάντλερ είχαν φύγει από το ιστορικό Βερολίνο για να συναντήσουν τον Σκαρλάτος στο Άμστερνταμ, όπου θα έπαιρναν το τρένο των 15:17 με προορισμό το Παρίσι. Τα γεγονότα που ακολούθησαν και σόκαραν όλον τον πλανήτη, μετέτρεψαν αυτούς τους νεαρούς άντρες σε ήρωες που τιμήθηκαν με το μετάλλιο της Γαλλικής Λεγεώνας της Τιμής και έγραψαν την ιστορία τους. Ο Clint Eastwood ανακάλυψε την περίπτωση τους όταν τους απονεμήθηκε το βραβείο γενναιότητας το 2016. Μίλησε μαζί τους και αποφάσισε να διαβάσει το βιβλίο τους, όταν θα το ολοκλήρωναν.

Ο δημιουργός άλλωστε επιδιώκει τις προκλήσεις και αυτή η ιστορία του ταίριαζε. «Αυτοί οι τρεις νεαροί στάθηκαν στο ύψος των περιστάσεων και οι προσπάθειες τους είχαν μεγάλη επίδραση στους συνανθρώπους τους. Όταν ψάχναμε ηθοποιούς, είδαμε πολλούς καλούς επαγγελματίες, αλλά κοίταζα τους τύπους αυτούς και έλεγα γιατί να μην κάνουμε κάτι αναπάντεχο; Τελικά, μια μέρα τους ρώτησα αν μπορούν να παίξουν τους εαυτούς τους».

«Απλώς και μόνο ότι η ιστορία μας θα γινόταν ταινία ήταν απίστευτο», σχολιάζει ο Σκαρλάτος. «Κι επιπλέον, ο Clint Eastwood ήταν ο αγαπημένος μας σκηνοθέτης. Ήταν καταπληκτικό που τον είχαμε να σκηνοθετεί».

Ο Στόουν θυμάται την πρώτη σοβαρή συζήτηση που είχε με τον σκηνοθέτη της ταινίας. «Ήμουν πολύ νευρικός και σκεφτόμουν ότι θα μιλούσα στο τηλέφωνο με τον Clint Eastwood. Μετά μου είπε ότι του άρεσε η ιστορία και όλα κύλησαν από εκεί και πέρα. Αλλά ποτέ δεν φανταστήκαμε ότι θα υποδυθούμε τους εαυτούς μας, ήταν εντελώς ξαφνικό όταν το ανέφερε».

Το γεγονός ότι σκηνοθετούσε ο Eastwood ήταν αποφασιστικό για να αναλάβουν τους ρόλους. «Το σκεφτήκαμε μια δυο μέρες, αλλά ξέραμε ότι θα δεχόμασταν. Ο κ. Eastwood μάς έδωσε την αυτοπεποίθηση για να το κάνουμε. Είναι ένας θρυλικός σκηνοθέτης και ηθοποιός ο ίδιος», παραδέχεται ο Σάντλερ.

Η Ντόροθι Μπλίσκαλ που διασκεύασε το βιβλίο για τη μεγάλη οθόνη, ήταν συνεπαρμένη από τον τρόπο που μεγάλωσαν οι χαρακτήρες. Ο Στόουν και ο Σκαρλάτος είχαν μεγαλώσει μαζί. Ο Σάντλερ έγινε φίλος τους στην εφηβεία. Κανείς τους δεν είχε μεγαλώσει με ηρωικές επιδιώξεις ή μεγάλες προσδοκίες. «Αυτό που με τράβηξε στην ιστορία τους ήταν η πίστη, οι σχέσεις με τις μητέρες τους και πώς ανέθρεψαν αυτούς τους άνδρες που θριάμβευσαν, αυτούς τους ήρωες που επηρέασαν πολλές ζωές». Για να ενισχυθεί η αληθοφάνεια, εκτός από τους αληθινούς πρωταγωνιστές, ο Eastwood και η ομάδα του γύρισαν την ταινία σε όσες περισσότερες πραγματικές τοποθεσίες γινόταν, ακόμα και σε ένα πανομοιότυπο τρένο.

ΟΙ ΤΡΕΙΣ ΦΙΛΟΙ

Ήταν όλοι λίγο πάνω από 20 χρονών πριν το περιστατικό, ο Σπένσερ Στόουν ήταν στην πολεμική αεροπορία, ο Άλεκ Σκαρλάτος ήταν στην Εθνοφρουρά  του Όρεγκον και ο Άντονι Σάντλερ σπούδαζε στο κολλέγιο. Ο Σάντλερ είχε γνωρίσει τον Στόουν και τον Σκαρλάτος, που ήταν ήδη φίλοι από την παιδική τους ηλικία, στο γυμνάσιο. «Κλικάραμε με τον Άντονι», λέει ο Στόουν. «Του αρέσει να περνάει καλά, είναι κοινωνικός αλλά και σπιτόγατος. Ο Άλεκ είναι εξωστρεφής επίσης, αλλά και άγαρμπος και αστείος. Συνδεθήκαμε όταν ήμασταν μικροί μέσα από τον αθλητισμό, μέσα από το μπάσκετ. Ήμασταν συνηθισμένοι, καθόλου ιδιαίτεροι».

Για τον παιδικό του φίλο ο Σκαρλάτος λέει: «Ο Σπένσερ είναι κάπως σαν τον Άντονι κι εμένα. Το σενάριο δείχνει ωραία την κοινή μας παιδική ηλικία, πως γνωριστήκαμε, πόσο ωραία περάσαμε». Η ταινία παρουσιάζει σκηνές που οι φίλοι παίζουν στο δάσος πίσω από τα σπίτια τους και έτσι χτίζει το πρώιμο ενδιαφέρον τους για τον στρατό. Άλλωστε, ο Στόουν είχε κάνει ζίουζίτσου και ο Σκαρλάτος είχε γνώση χειρισμού όπλων, δύο χαρακτηριστικά που ήταν κρίσιμα για την ευτυχή κατάληξη εκείνης της ημέρας.

Ο ΕΑΥΤΟΣ ΤΟΥΣ

Ο Eastwood είναι γνωστός για την αυστηρή αλλά και την ίδια στιγμή χαλαρή προσέγγιση στο γύρισμα κι έτσι δημιούργησε ένα ιδανικό περιβάλλον για τους τρεις νεοφερμένους. «Νομίζω ότι το πιο δύσκολο για έναν επαγγελματία ηθοποιό είναι να παίζει τον εαυτό του», παραδέχεται ο σκηνοθέτης. «Είναι πιο εύκολο να κρύβεσαι πίσω από έναν χαρακτήρα παρά να βγάζεις τον πραγματικό εαυτό σου στο κόσμο. Αλλά όσο περισσότερο χρόνο περνούσα με τους φίλους αυτούς, καταλάβαινα ότι είναι η ραχοκοκαλιά της ιστορίας. Ένιωσα ότι μπορούν να το κάνουν. Έχω χρησιμοποιήσει ξανά ανθρώπους που δεν είναι ηθοποιοί σε μικρούς ρόλους. Αλλά δεν παίζουν ακριβώς τον εαυτό τους. Όμως σε αυτήν την περίπτωση, μας έδειχναν πως συνέβη το περιστατικό για να είμαστε όσο γίνεται πιο ακριβείς και κατάλαβα ότι έπρεπε να δώσουμε μια ευκαιρία στους αληθινούς παρευρισκομένους. Ήθελα να είναι ο εαυτός τους, κανένας άλλος κι ένιωσα ότι μπορούν να το κάνουν».

Ο Στόουν θυμάται ότι στην κρίσιμη σκηνή στο τρένο ένιωσε ότι ζούσε ένα flashback, γιατί όλα ήταν ίδια. Ο ίδιος άνθρωπος, τα ίδια ρούχα, η ίδια ποσότητα αίματος, παρ’ όλο που δεν ήταν αληθινό. Εκτός από το εξαιρετικά ακριβές αντίγραφο του πραγματικού σκηνικού ο Ίστγουντ φρόντισε να υπάρχει χαλαρή ατμόσφαιρα. Γνωστός για τον ήρεμο τρόπο που ξεκινά το γύρισμα, ο σκηνοθέτης άφηνε τις κάμερες να γράφουν ενώ οι νεοφερμένοι συζητούσαν μεταξύ τους. «Αρχίζαμε να γράφουμε και τους έλεγα απλώς να μπουν στον διάλογο ή στη δράση της σκηνής, και τους έπιανα επ’ αυτοφώρω για να συνεχίσουμε από εκεί και πέρα. Το μεγαλύτερο μέρος της ταινίας είναι ένας αυτοσχεδιασμός, αλλά έπαιζαν τους εαυτούς τους, οπότε δεν είχαν ένταση».

ΟΙ ΜΗΤΡΙΚΕΣ ΦΙΓΟΥΡΕΣ

Ενώ οι τρεις άντρες υποδύονταν τους εαυτούς τους, ήταν περιτριγυρισμένοι από καθιερωμένους ηθοποιούς, ανάμεσα τους η Τζούντι Γκριρ, που υποδύεται τη μαμά του Σπένσερ και η Τζένα Φίσερ που υποδύεται τη μαμά του Άλεκ. Οι δύο ηθοποιοί ήταν φίλες από τα 19 τους χρόνια, αλλά ήταν η πρώτη φορά που συνεργάστηκαν, καθώς και η πρώτη φορά που δούλεψαν με τον Ίστγουντ. Η Γκριρ παραδέχεται ότι ο λόγος που ήθελε να συμμετέχει στην ταινία ήταν ο Clint Eastwood. «Τον θαυμάζω πολύ και ήθελα πάντα να συνεργαστώ μαζί του, οπότε αυτό ήταν ένας μεγάλος παράγοντας. Επίσης, είναι γρήγορος. Ξέρει τι θέλει. Είναι πολύ αποφασιστικός».

Η Φίσερ συμφωνεί και επαυξάνει: «Ο Clint Eastwood είναι πολύ αστείος. Έχει φοβερό χιούμορ, που μου έκανε εντύπωσε γιατί δεν το περίμενα. Καλλιεργεί μια ατμόσφαιρα στο γύρισμα που είναι πολύ ανάλαφρη, ενώ την ίδια στιγμή παίρνει τη δουλειά στα σοβαρά».

Η Γκριρ και η Φίσερ εντυπωσιάστηκαν από τον χαρακτήρα των τριών πρωταγωνιστών. «Ο Σπένσερ είναι ο τύπος που σε καλύπτει και όχι μόνο εξαιτίας αυτού που έκανε στο τρένο. Είναι καλός άνθρωπος, γλυκός και στον χρόνο που πέρασα μαζί του μου απαντούσε πάντα με ειλικρίνεια, χιούμορ και ταπεινότητα. Νομίζω ότι  έδωσαν αυθεντικότητα στους ρόλους τους γιατί ξέρουν καλύτερα από τον καθένα πώς ένιωσαν εκείνη τη στιγμή, τι σκεφτόντουσαν και πώς αντέδρασαν», επισημαίνει η Γκριρ.

«Η Τζούντι και η Τζένα μου θύμισαν πολύ τη μητέρα μου και τη μητέρα του Άλεκ, ήταν ο τέλειος συνδυασμός για να τις υποδυθούν», λέει ο Στόουν και ο Σκαρλάτος προσθέτει: «Πήγα για φαγητό με την Τζένα τη νύχτα πριν γυρίσουμε τη σκηνή στο αεροδρόμιο, για να τη γνωρίσω καλύτερα και μιλούσαμε συνεχόμενα για δύο ώρες. Ήταν τόσο καλή, φοβερή στη συζήτηση και καλός άνθρωπος. Μου άρεσε το «The Office» και έχω δει όλα τα επεισόδια, και τολμώ να πω ότι ξεπέρασε τις προσδοκίες μου. Είναι ένας καλός, υπέροχος άνθρωπος και παίζει τη μαμά μου, που είναι επίσης ένας καλός, υπέροχος άνθρωπος».

Η Φίσερ λέει ότι τα αισθήματα ήταν αμοιβαία. «Ο Άλεκ είναι ένας Αμερικανός ήρωας και με συνεπήρε. Δεν έχω γνωρίσει ξανά κάποιον που έχει κάνει κάτι τόσο σημαντικό, κάτι τόσο ηρωικό. Δεν ήθελα να κάνω προσωπικές ερωτήσεις, αλλά ήθελα να ξέρω τα πάντα! Φυσικά και θυμάμαι το περιστατικό, τις ειδήσεις για τους τρεις Αμερικάνους που ταξίδευαν στην Ευρώπη και εμπόδισαν ένα τρομοκρατικό χτύπημα. Οπότε όταν άκουσα ότι θα γίνει ταινία, είχα ενδιαφερθεί. Όταν διάβασα το σενάριο, παρ’ όλο που ήξερα την έκβαση, βρήκα την ιστορία πολύ συγκινητική και αγωνιώδη και μου έκαναν εντύπωση όλες οι συμπτώσεις και οι ευτυχείς συγκυρίες που προέκυψαν εκείνη την ημέρα».

 Ο ΠΑΡΑΓΟΝΤΑΣ ΤΥΧΗ

Ευτυχείς συγκυρίες πράγματι. Στην πραγματικότητα, είχε περάσει καιρός από τότε που οι τρεις φίλοι βρέθηκαν όλοι μαζί. Ο Σκαρλάτος ήταν στο στρατό, με βάση το Όρεγκον αλλά αποσπασμένος στο Αφγανιστάν, ο Στόουν ήταν στον στρατό, αλλά στο Τέξας και ο Σάντλερ ήταν στο κολέγιο. Το ταξίδι στην Ευρώπη είχε σκοπό να τους ξαναφέρει κοντά και τα σχέδια άλλαζαν τελευταία στιγμή, συμπεριλαμβανομένου και του ταξιδιού στο Παρίσι, που παρ’ ολίγο να μη συμβεί. Οι τρεις φίλοι συνεχίζουν να πιστεύουν ότι ήταν η καλή τύχη, περισσότερο από τον ηρωισμό που τους έσωσε. «Όπως το βλέπω εγώ», εξηγεί ο Στόουν, «είχαμε την ευκαιρία να κάνουμε κάτι και την αρπάξαμε. Είδα τον τρομοκράτη και τους ανθρώπους γύρω του σε σοκ. Ευτυχώς, ήμασταν σε θέση να αντιδράσουμε. Και προφανώς ο Θεός μάς φύλαγε».

«Όλα όσα μας οδήγησαν μέχρι την επίθεση, όπως οι δεξιότητες που πήραμε από τον στρατό, τα χόμπι μας ως απλοί πολίτες, προστέθηκαν στο πόσο τυχεροί ήμασταν. Το όπλο κόλλησε, ο Σπένσερ επιβίωσε από τη μαχαιριά, σώζοντας τη ζωή του Μαρκ», επισημαίνει ο Σκαρλάτος. «Συνέβησαν πολλές παράξενες συμπτώσεις εκείνη την ημέρα».

«Όλα έπαιξαν τον ρόλο τους για να είμαστε σε εκείνο το τρένο… αυτό είναι θεϊκή παρέμβαση, είναι μοίρα», λέει ο Σάντλερ. «Είναι η σύνοψη όλης μας της ζωής μέχρι τότε, το ότι βρεθήκαμε εμείς οι τρεις συνηθισμένοι άνθρωποι σε μια απρόσμενη κατάσταση, αλλά ήταν σαν να έπρεπε να είμαστε εκεί».

Είτε πρόκειται για φύλακα άγγελο είτε για τύχη ή κάτι ενδιάμεσα, ο Eastwood λέει: «Ό, τι κι αν πιστεύεις, όπως και να ερμηνεύεις τα γεγονότα στη ζωή, αυτοί οι τύποι ήταν προορισμένοι να το κάνουν αυτό και να επιβιώσουν».

Στις 24 Αυγούστου του 2015, ο Στόουν, ο Σκαρλάτος και ο Νόρμαν τιμήθηκαν με το μετάλλιο της Γαλλικής Λεγεώνας της Τιμής για τις πράξεις τους από τον τότε Πρωθυπουργό της Γαλλίας, Φρανσουά Ολλάντ. Και ενώ γυρίστηκε η απονομή εκείνη τη μέρα, επειδή οι γωνίες λήψης ήταν περιορισμένες, η τελετή αναπαραστάθηκε εξ’ ολοκλήρου στο Μέγαρο των Ηλυσίων για τις ανάγκες της ταινίας.

Το “The 15:17 to Paris” κυκλοφορεί στους κινηματογράφους από τις 22 Φεβρουαρίου.

Δείτε το trailer:

Δείτε περισσότερα για τις ταινίες της εβδομάδας, featurettes και film clips κάθε Σάββατο στις 23:30 στην εκπομπή Cinelovers στην τηλεόραση του ATTICA.

Καλή διασκέδαση!

xxx.

Xenia

 

 

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *

Comment *